- ἀπορίας
- ἀπορίᾱς , ἀπορίαbeingfem acc plἀπορίᾱς , ἀπορίαbeingfem gen sg (attic doric ionic aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καλός — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 410 μ., 101 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τεμένους του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 27 χλμ. ΝΔ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τεμένους. 2.… … Dictionary of Greek
κύριος — α, ο, θηλ. και ία (AM κύριος, ία, ον, θηλ. και ος) 1. αυτός που έχει δύναμη, εξουσία πάνω σε κάποιον, εξουσιαστής, κυρίαρχος (α. «ο στρατός είναι κύριος τής κατάστασης» β. «θανάτου δὲ τὸν βασιλέα τῶν συγγενών μηδενὸς εἶναι κύριον», Πλάτ. γ.… … Dictionary of Greek
συναπορώ — έω, ΜΑ μσν. αμφιβάλλω επίσης αρχ. 1. θεωρώ κάτι επίσης άξιο απορίας 2. παθ. συναποροῡμαι, έομαι είμαι αντικείμενο απορίας μαζί με κάτι άλλο («δοκεῑ γὰρ πῶς συναπορεῑσθαι τούτῳ καὶ τὰ λοιπά», Σέξτ. Εμπ.) 3. (το απρμφ. τού παθ. αορ.) συναπορηθῆναι… … Dictionary of Greek
ЕВХАРИСТИЯ. ЧАСТЬ II — Е. в православной Церкви II тысячелетия Е. в Византии в XI в. К XI в. визант. богослужение приобрело почти тот вид, какой оно сохраняло в правосл. Церкви все последующее тысячелетие; в его основе лежала древняя к польская традиция, значительно… … Православная энциклопедия
Autos epha — Alpha Inhaltsverzeichnis 1 Ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω 2 Άγιον Όρος … Deutsch Wikipedia
недооумѣниѥ — НЕДООУМѢНИ|Ѥ (32), ˫А с. 1. Незнание, непонимание; недоумение: лѣности ради и недѹмѣньѧ. повиньни суть суду КР 1284, 295а; ни бо всѣмъ все съвершено тщаниѥ. или недоѹмѣниѥ силы прити въ пристанище се. (δί... ἀπορίαν) ПНЧ 1296, 118; || сомнение,… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Michel Glycas — est un historien et théologien byzantin du XIIe siècle. Sommaire 1 Éléments biographiques 2 Œuvres 3 Édition des textes 4 É … Wikipédia en Français
APOLLONIUS Dyscolus — sub Antonino Pio vixit, ἱςτορίας ςθαυμασίας edidit, etiamnum superstites, et Meursii notis itidem illustratas. Δύσκολος autem propterea dictus est, ὅτι εν ταῖς γυμνασίαις δυσλύτους ἀπορίας ἔλεγεν, ut auctor est Anonymus in eius vita. Vide… … Hofmann J. Lexicon universale
Δημήτριος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Δ. Α’ ο Πολιορκητής. Βλ. λ. Δημήτριος ο Πολιορκητής. 2. Δ. Β’, ο αποκαλούμενος Αιτωλικός (275 – 229 π.Χ.). Βασι λιάς της Μακεδονίας (239 229 π.Χ.). Ήταν γιος του Αντίγονου Γονατά, τον οποίο διαδέχτηκε… … Dictionary of Greek
αλήθεια — Η ακρίβεια. Αυτό που δεν είναι ψευδές ή πλαστό. Αυτό που υπάρχει αντικειμενικά. Η πραγματικότητα. Η α. συνιστά το πρωταρχικό και δυσκολότερο πρόβλημα της ανθρώπινης γνώσης. Είναι το πρωταρχικό, στον βαθμό που η προσπάθεια για την προσέγγισή του… … Dictionary of Greek